Μία νέα μελέτη, ωστόσο, δείχνει ότι τα μωρά που γεννιούνται μπορεί να κινδυνεύουν περισσότερο από ένα σοβαρό καρδιακό πρόβλημα.
Συγκεκριμένα, η νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε την περασμένη εβδομάδα στο European Heart Journal διαπιστώνει πως τα μωρά που συλλαμβάνονται μέσω τεχνολογίας υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, όπως η εξωσωματική γονιμοποίηση, έχουν 36% υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν ένα σοβαρό καρδιακό πρόβλημα σε σχέση με τα παιδιά που συλλαμβάνονται με φυσικό τρόπο.
Η έρευνα -μια από τις μεγαλύτερες μέχρι σήμερα– βασίζεται σε ανάλυση περισσότερων από 7,7 εκατομμυρίων γεννήσεων στη Δανία, τη Φινλανδία, τη Νορβηγία και τη Σουηδία και μελετά το καρδιακό ελάττωμα (συγγενής καρδιοπάθεια), το οποίο, όμως, θεωρείται σχετικά σπάνιο.
«Υπάρχουν αυξημένοι κίνδυνοι για τα μωρά που συλλαμβάνονται με εξωσωματική γονιμοποίηση»
Οι συγγραφείς της μελέτης τα εντόπισαν στο 1,15% των μωρών που κυοφορήθηκαν με φυσικό τρόπο και στο 1,84% των μωρών που γεννήθηκαν μετά από υποβοηθούμενη αναπαραγωγή. Ο κίνδυνος αυξήθηκε στο 2,47% για τα μωρά με εξωσωματική γονιμοποίηση που γεννήθηκαν με πολύδυμη κύηση.
«Προηγούμενες έρευνες δείχνουν ότι υπάρχουν αυξημένοι κίνδυνοι για τα μωρά που συλλαμβάνονται με τη βοήθεια τεχνολογίας υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Αυτά περιλαμβάνουν τον πρόωρο τοκετό και το χαμηλό βάρος γέννησης», δήλωσε η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Ulla-Britt Wennerholm από το Πανεπιστήμιο του Γκέτεμποργκ στη Σουηδία.
Η ομάδα της Δρ. Wennerholm συνέκρινε δεδομένα για μωρά που συλλαμβάνονται με φυσικό τρόπο έναντι της εξωσωματικής γονιμοποίησης, της ενδοκυτταροπλασματικής έγχυσης σπέρματος (ICSI), όταν δηλαδή ένα μόνο σπέρμα εγχέεται απευθείας σε ένα ωάριο κατά τη διάρκεια της εξωσωματικής γονιμοποίησης και της κατάψυξης ωαρίων.
Οι συγγραφείς της μελέτης έλαβαν υπόψη παράγοντες όπως η ηλικία της μητέρας κατά τον τοκετό και εάν κάπνιζε κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της ή είχε ιστορικό διαβήτη ή καρδιακών ελαττωμάτων. Οι ερευνητές ελπίζουν ότι τα ευρήματά τους θα οδηγήσουν σε έγκαιρες διαγνώσεις καρδιακών ελαττωμάτων και σε σωτήρια παρέμβαση.
«Τα συγγενή καρδιακά ελαττώματα μπορεί να είναι εξαιρετικά σοβαρά, απαιτώντας χειρουργική επέμβαση από ειδικούς όταν τα μωρά είναι πολύ μικρά. Επομένως, γνωρίζοντας ποια μωρά διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο μπορεί να μας βοηθήσει να διαγνώσουμε τα καρδιακά ελαττώματα όσο το δυνατόν νωρίτερα και να διασφαλίσουμε τη σωστή φροντίδα και θεραπεία», δήλωσε η Δρ. Wennerholm.
Στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή καταφεύγουν όλο και περισσότερα ζευγάρια
Σύμφωνα με την Αμερικανική Εταιρεία για την Αναπαραγωγική Ιατρική, το 2,5% όλων των γεννήσεων στις ΗΠΑ είναι αποτέλεσμα επιτυχημένων θεραπειών εξωσωματικής γονιμοποίησης. Στη Δανία, η εξωσωματική γονιμοποίηση αντιπροσωπεύει περίπου το 9% των ζώντων γεννήσεων, το υψηλότερο ποσοστό σε οποιαδήποτε χώρα.
Η επιστήμονας και η ομάδα της πιστεύουν ότι μπορεί να υπάρχει σύνδεση μεταξύ των υπογόνιμων γονέων και των μωρών που γεννιούνται με καρδιακό ελάττωμα.
«Το γεγονός ότι ο κίνδυνος καρδιακών ελαττωμάτων είναι παρόμοιος ανεξάρτητα από τον τύπο της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής που χρησιμοποιείται μπορεί να υποδηλώνει ότι υπάρχει κάποιος κοινός παράγοντας ανάμεσα στην υπογονιμότητα στους γονείς και στις συγγενείς καρδιοπάθειες στα μωρά τους», σημείωσε.