Πολλά ζευγάρια στην Ελλάδα διστάζουν να αναζητήσουν υποστήριξη για θεραπείες υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, εξαιτίας κοινωνικών προκαταλήψεων, επισήμανε ο Μαιευτήρας-Γυναικολόγος και Αντιπρόεδρος της Μονάδας IVF Εμβρυογένεσις του ΥΓΕΙΑ στο 6ο Συνέδριο του ygeiamou - «Δημογραφικό ζήτημα: Ο ρόλος της επιστήμης, των κυβερνήσεων, των πολιτών».
Στις ηλικίες που επιλέγουν σήμερα οι γυναίκες να αποκτήσουν παιδιά εστίασε ο Μαιευτήρας Γυναικολόγος, Αντιπρόεδρος Μονάδας IVF Εμβρυογένεσις ΥΓΕΙΑ, Βασίλειος Κελλάρης.
Όπως είπε ερωτηθείς στο πλαίσιο του πάνελ αναφορικά με το δημογραφικό ζήτημα κατά πόσο η ηλικία μιας γυναίκας είναι ο καθοριστικός παράγοντας για τη γονιμοποίηση, ανέφερε ότι οι γυναίκες στην ηλικία των 38 ετών έχουν εξαντλήσει το 80% των ωαρίων τους.
Με αυτά τα δεδομένα, οι γυναίκες ηλικίας από 35 έως 39 ετών έχουν 50% πιθανότητες να επιτύχει μια προσπάθεια υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, ποσοστό που μειώνεται όσο αυξάνεται η ηλικία.
Σύμφωνα με τον κ. Κελλάρη, πάνω από το 5% των γυναικών προσέρχονται σε κέντρα υποβοηθούμενης αναπαραγωγής για θεραπείες. Ο ίδιος τόνισε δε ότι οι γυναίκες κάτω των 40 ετών έχουν μειωθεί κατά 150.000 στη χώρα μας, εξαιτίας του δημογραφικού προβλήματος. «Λείπουν οι νέες γυναίκες», σημείωσε.
Το 18% των ατόμων σε αναπαραγωγική ηλικία αντιμετωπίζει προβλήματα υπογονιμότητας.
Ο ειδικός στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, τόνισε ότι ο ελληνικός πληθυσμός που αντιμετωπίζει δυσκολίες στη φυσική σύλληψη ανέρχεται σε περίπου 300.000 ανθρώπους, αριθμός που αντιστοιχεί στο 18% του αναπαραγωγικού πληθυσμού της Ελλάδας. «Προκαλεί αίσθηση ότι το 35% εξ αυτών δεν προσέρχεται να ζητήσει βοήθεια, καθώς οι θεραπείες υποβοηθούμενης αναπαραγωγής θεωρούνται ταμπού». Ανέφερε δε για την πρόοδο που έχει γίνει στο πεδίο της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής ότι το 7% των παιδιών που γεννιούνται στην Ελλάδα κάθε χρόνο είναι από θεραπείες υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.